Πέμπτη 16 Οκτωβρίου 2008

Σεξ, Τέχνη και Βιντεοταινίες

Όλη η τέχνη είναι ερωτική. Το πρώτο αντικείμενο που φιλοτεχνήθηκε, ο σταυρός, έχει ερωτική φύση. Το πρώτο έργο τέχνης […] μια οριζόντια γραμμή: η ξαπλωμένη γυναίκα· μια κάθετη γραμμή: ο άνδρας που τη διαπερνά.
Adolf Loos
[1]

Aρκεί το ξεφύλλισμα μιας παγκόσμιας εγκυκλοπαίδειας των εικαστικών τεχνών για να οδηγηθεί κανείς στην απλή διαπίστωση ότι ολόκληρη η ιστορία τους θα μπορούσε άνετα να συνοψιστεί ως «η ιστορία του ερωτισμού στην τέχνη». Πράγματι, από την αυγή του πολιτισμού μέχρι τις μέρες μας ο άνθρωπος έμοιαζε πάντοτε να γοητεύεται από την ερωτική πράξη και ως δημιουργός φρόντιζε να την αναπαριστά, άλλοτε εξυμνώντας και άλλοτε περιφρονώντας την. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι μερικά από τα μεγαλύτερα αριστουργήματα της παγκόσμιας τέχνης ξεχειλίζουν από ερωτισμό, ορισμένες φορές σε σκανδαλώδη για την εποχή τους βαθμό. Και για να παραφράσουμε τα λόγια της Gertrude Stein, τέχνη – δημιουργική τέχνη – που δεν έχει να κάνει με το σεξ είναι αδιανόητη.

1. Hic Habitat Felicitas.

Πρώτα και πριν από όλα το σεξ δεν είναι τίποτε άλλο από τη θεμελιώδη λειτουργία που εξασφαλίζει τον αναπαραγωγή και τη διαιώνιση της ζωής. Ο μαγικός του χαρακτήρας σύντομα επισημάνθηκε από τους προϊστορικούς δημιουργούς που φιλοτεχνούσαν τελετουργικά ειδώλια με τονισμένα τα αναπαραγωγικά όργανα, ως σύμβολα γονιμότητας και ευημερίας, ενώ ανάλογη σημασία εξακολούθησε να διατηρεί μέχρι την ύστερη αρχαιότητα, όπως φανερώνει το πλήθος των φαλλόσχημων φυλαχτών που αποκαλύφθηκε με τις ανασκαφές της Πομπηίας (εικ. 1).

2. Giotto di Bondone, λεπτ. από τη Δευτέρα Παρουσία, 1306.

Αυτό το διονυσιακό και συνάμα «αθώο» σκηνικό άλλαξε ριζικά με την εξάπλωση της χριστιανικής θρησκείας που μετέβαλε για πάντα την αντίληψη του δυτικού ανθρώπου για το σεξ, δαιμονοποιώντας το και ανάγοντάς το σε θέμα ταμπού. Κατά το Μεσαίωνα οι ελάχιστες απεικονίσεις της σεξουαλικής πράξης και των γεννητικών οργάνων συνδέονταν σχεδόν πάντοτε με την αμαρτία (άλλωστε ο σαρκικός πόθος, η λαγνεία, εντάσσεται στα επτά θανάσιμα αμαρτήματα, πριμοδοτώντας τον έρωτα για τον άνθρωπο σε βάρος του Θεού[2]) και περιλαμβάνονταν σχεδόν αποκλειστικά σε αναπαραστάσεις της Κόλασης (εικ. 2, 3).
3. Hieronymus Bosch, Ο κήπος των επίγειων ηδονών, π. 1500.

H Αναγέννηση που έφερε ο 15ος και 16ος αιώνας ανανέωσε και τη στάση των ανθρώπων απέναντι στον ερωτισμό, που άρχισε να χάνει λίγο από την πρότερη αμαρτωλή του φύση. Το γυμνό γυναικείο - και δευτερευόντως ανδρικό - σώμα άρχισε να απεικονίζεται και πάλι θελκτικό και αισθησιακό, σχεδόν πάντα όμως με την επίφαση του μυθολογικού περιεχομένου (εικ. 4).
4. Tiziano Vecellio, Δανάη, 1545.
Όμως η ηδονοβλεπτική ματιά του αναγεννησιακού αριστοκράτη έμοιαζε να μην αρκείται πλέον στις φιλήδονες θεές της μεγάλης ζωγραφικής και γλυπτικής, αλλά επιζητούσε μια πιο ρεαλιστική και άμεση απεικόνιση της σεξουαλικής πράξης που θα φύλαττε για καθαρά ιδιωτική προβολή. Το προσφιλέστερο μέσο ήταν τα χαρακτικά, που λόγω της εύχρηστης φύσης τους παρέμεναν προσεκτικά κρυμμένα από τους ιδιοκτήτες τους, αλλά και από τους δημιουργούς τους που αντιμετώπιζαν τον κίνδυνο αυστηρών ποινών. Αυτή στάθηκε και η περίπτωση του διάσημου χαράκτη Marcantonio Raimondi, ο οποίος στα 1524 φιλοτέχνησε τους Modi, μια σειρά από 16 ερωτικά χαρακτικά συνοδευόμενα από τολμηρά σονέτα του Pietro Aretino, τα οποία περιέγραφαν ποικίλες ερωτικές στάσεις (εικ. 5). Η δημοσίευση των χαρακτικών προκάλεσε την οργή του πάπα Κλήμεντα Ζ΄, που με τη σειρά του οδήγησε το Raimondi στη φυλακή[3].


5. Agostino Carracci, Ι Modi, π.1550.

Η αυστηρότητα που διαδέχθηκε την εποχή της Αντιμεταρρύθμισης επέβαλε την παραγωγή έργων καθαρά θρησκευτικού περιεχομένου, γεγονός που όμως δεν εμπόδισε τολμηρούς καλλιτέχνες όπως ο Caravaggio και ο Bernini να ενσωματώσουν σεξουαλικούς υπαινιγμούς ακόμη και στα ιερότερα έργα τους. Παροιμιώδης είναι ο υφέρπων ερωτισμός στην Έκσταση της Αγίας Θηρεσίας του τελευταίου, όπου η ένωση της αγίας με το Θεό παρουσιάζεται μάλλον σαν την οργασμική κορύφωση μιας σεξουαλικής εμπειρίας[4].


6. Gianlorenzo Bernini, Η έκσταση της Αγ. Θηρεσίας, 1652.

Τον καιρό του Διαφωτισμού η σφοδρή κοινωνική κρίση που επήλθε από τη βιομηχανική και τις εθνικές επαναστάσεις, αντικατοπτρίστηκε με χιουμοριστική διάθεση στην ερωτική λογοτεχνία της εποχής που χρησιμοποιήθηκε ως μέσο κοινωνικής κριτικής με ποικίλους συμβολισμούς. Στόχος της ήταν να στηλιτεύσει την διεφθαρμένη καθολική εκκλησία, τους άσωτους μοναχούς, την ξεπεσμένη αριστοκρατία, μέχρι και την ίδια τη Μαρία Αντουανέττα την εποχή της Γαλλικής Επανάστασης (εικ. 7-9). Ας μην ξεχνάμε όμως ότι ο 18ος αιώνας ήταν και ο αιώνας του Μαρκήσιου de Sade, τα έργα του οποίου έδωσαν νέα ώθηση στην ερωτική (πορνογραφική) τέχνη και λογοτεχνία (εικ. 10-11).

7. Antoine Borel, 1787.

8. Αγνώστου, 18ος αι.
9. Essai Historique sur la Vie de Marie-Antoinette, 1780-90.
10.La Philosophie dans le Boudoir, 1795.


11. Les Cents Vingt Journées de Sodome, Μαρκήσιος de Sade.

Ο φαινομενικός συντηρητισμός των ανώτερων κοινωνικών στρωμάτων θα απασχολήσει και τους ζωγράφους της μοντέρνας ζωής του 19ου αι., από τον Ingres και τον Courbet έως το Manet και τον Toulouse – Lautrec (εικ. 12, 13). Στα 1863 η δημόσια έκθεση της γυμνής Ολυμπίας του Manet (εικ. 14), που χαρακτηρίστηκε πορνογραφική για την εποχή της, θα αλλάξει οριστικά την πορεία της τέχνης. Πιο σκληρή ωστόσο, υπήρξε η κριτική που εκφράστηκε στη χαρακτική της ίδιας εποχής από το Degas, που απαθανάτισε με την αμείλικτη γραφίδα του την εξαθλίωση των γαλλικών πορνείων και το Felicien Rops που άγγιξε την ιεροσυλία με τα βέβηλα πορνογραφικά χαρακτικά του (εικ. 15-17).


12. J.A.D. Ingres, Μεγάλη Οδαλίσκη, 1814.

13. Gustave Courbet, Η πηγή της ζωής, 1866.
14. Edouard Manet, Ολυμπία, 1863.
15. Edgar Degas, Τα γενέθλια της Μαντάμ, π.1880.



16-17. Félicien Rops - Sainte-Thérèse comme philosophe.

Ο 19ος αιώνας όμως αποτέλεσε και μια αποφασιστική καμπή στην ιστορία της ερωτικής τέχνης. Η επινόηση της φωτογραφίας και λίγο αργότερα του κινηματογράφου παρείχε πλέον τη δυνατότητα του μέγιστου ρεαλισμού στην απεικόνιση του γυμνού σώματος και της ερωτικής πράξης, ελαχιστοποιώντας ίσως για πρώτη φορά σε τέτοιο βαθμό την απόσταση ανάμεσα στην τέχνη και την πορνογραφία (εικ. 18).

18. Ερωτική δαγκεροτυπία, 1853.

Από κει και πέρα λοιπόν θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι το σεξ άρχισε κυριαρχεί ως θεματικό μοτίβο των παραστατικών τεχνών καθ’ όλη τη διάρκεια του 20ου αιώνα μέχρι τις μέρες μας (εικ. 19-21).

19. Egon Schiele, Γυμνή γυναίκα.
20. Francis Bacon, Σπουδές για Σταύρωση, 1944.
21. Pablo Picasso, Ραφαήλ και Φορναρίνα, 1968.

Ιδιαίτερη προτίμηση έδειξαν για το σεξ οι καλλιτέχνες που επηρεάστηκαν από τα επαναστατικά γραπτά του Freud και κινήθηκαν στο πνεύμα του σουρεαλισμού, αποτυπώνοντας στον καμβά τις πιο κρυφές φαντασιώσεις τους (εικ. 22-26).


22. Man Ray.
23. Man Ray.

24. René Magritte, O βιασμός, 1934.
25. Salvador Dalí, Νεαρή παρθένα αυτοσοδομίζεται από τα κέρατα της αγνότητάς της, 1958.
26. Hans Bellmer, Κούκλα.

Στα χρόνια του μεσοπολέμου η ηθική και κοινωνική εξαθλίωση που είχε επιφέρει ο Μεγάλος Πόλεμος αντικατοπτρίστηκαν στη ρεαλιστική τέχνη των Γερμανών καλλιτεχνών, όπως ο Georg Grosz που πρέσβευε ότι ο ερωτισμός έπρεπε να βρίσκεται στην υπηρεσία της κοινωνικής κριτικής (εικ. 27).
27. George Grosz, 1920.


28. Alberto Vargas,Or Do You Like It Better As A One-Piece, Darling, 1962.

Από τα μέσα του αιώνα και έπειτα άρχισε σταδιακά να επιτυγχάνεται η ερωτική απελευθέρωση των δυτικών κοινωνιών. Κυκλοφορούν ευρέως τα πρώτα ανδρικά περιοδικά, όπως το Playboy, στις σελίδες των οποίων φιγουράρουν τα θελκτικότερα pin-up girls (εικ. 28), που όπως μας υπενθυμίζει και ο όρος επαγγέλλονται τη διέγερση του άνδρα αναγνώστη. Η μαζικότητα με την οποία παράγονταν και διαδίδονταν αυτά τα ερεθιστικά πρότυπα ομορφιάς και το πνεύμα της σεξουαλικής επανάστασης, προβλήθηκε – συχνά με χιουμοριστική διάθεση – σε όλες σχεδόν τις μορφές τέχνης, από την pop ζωγραφική (εικ. 29 Great American Nude #87 του Tom Wesselmann), έως και τον κινηματογράφο. Μάλιστα στην ταινία Κουρδιστό Πορτοκάλι του Stanley Kubrick, που πραγματεύεται την σεξουαλική απελευθέρωση στην υπερβολή της, διακρίνονται τα ερωτικά γλυπτά έπιπλα του Allen Jones και του Herman Makkink (εικ. 30-31). Τέλος, κάποιοι καλλιτέχνες προχώρησαν ακόμη παραπέρα, όπως ο Vito Acconci που στην performance του 1971 με τίτλο Seedbed, αυνανίστηκε μπροστά στο κοινό, ο Robert Mapplethorpe που απαθανάτισε τον εαυτό του σοδομιζόμενο (εικ. 32) ή οι αξιονιστές της Βιέννης που προέβησαν σε άκρως τολμηρές πράξεις ενώπιον του κινηματογραφικού φακού (http://www.ubu.com/film/vienna_actionists.html).

29.Tom Wesselmann, Great American Nude #87.
30. Allen Jones, Τραπέζι, 1969.

31. Herman Makkink, Κουνιστή Μηχανή, π. 1970.

32. Robert Mapplethorpe, Portfolio X, 1978.

Η σεξουαλική ελευθεριότητα των ετών 1960-70 συνέπεσε με την έξαρση του κινήματος του φεμινισμού με ολοένα και περισσότερες γυναίκες δημιουργούς να σχολιάζουν τις απόψεις τους πάνω στο σεξ, επικρίνοντας κατά κύριο λόγο την αντικειμενοποίηση της γυναίκας από τους άνδρες καλλιτέχνες. Μέχρι τότε ελάχιστες ήταν οι γυναίκες που ασχολήθηκαν με την ερωτική τέχνη[5]. Οι περισσότερες περιορίστηκαν στην εικονογράφηση ερωτικών μυθιστορημάτων, διατηρώντας συχνά την ανωνυμία τους, όπως η Suzanne Ballivet, που στα 1930΄ υπογράφει τα χαρακτικά σχέδια της νουβέλας Initiation Amoureuse ως ένας «διάσημος καλλιτέχνης» (εικ. 33). Ελάχιστες γυναίκες είχαν το σθένος της Alice Neel, που με το έργο της Joe Gould στα 1933 ανατρέπει το καθιερωμένο ηδονοβλεπτικό δίπολο «ο καλλιτέχνης και το μοντέλο του» και προβαίνει σε μια πρωτόγνωρη απομυθοποίηση του ισχυρού φύλου (εικ. 34). Το παράδειγμά της θα γινόταν τις επόμενες δεκαετίες σημαία για τις φεμινίστριες καλλιτέχνιδες, όπως η Lynda Benglis, που στα 1974 δε δίστασε να ποζάρει γυμνή με έναν τεράστιο φαλλό (εικ. 35) ή η Louise Bourgeois που φωτογραφήθηκε κρατώντας στην αγκαλιά της ένα γλυπτό ανδρικό μόριο σε στύση (εικ. 36).

33. Suzanne Ballivet, Initiation Amoureuse, 1930.


34. Alice Neel, Joe Gould, 1933.
35. Linda Benglis, 1974.


36. Robert Mapplethorpe, Η Louise Bourgeois με τη Fillette, 1982.
Τις τελευταίες δεκαετίες ο ερωτισμός έχει κατακλύσει την τέχνη και μάλιστα με μια ωμή και σκανδαλιστική διάθεση. Η απελευθέρωση της δυτικής κοινωνίας, η ευκολία με την οποία το σεξ προσφέρεται με το πάτημα ενός πλήκτρου στο διαδίκτυο, η πρόοδος της φαρμακευτικής βιομηχανίας που έχει μεταθέσει στο άπειρο τη σεξουαλική ικανότητα των ανδρών, αλλά ταυτόχρονα και η ολοένα και εντεινόμενη μοναξιά και ο φόβος του AIDS έχουν μεταβάλει τον τρόπο με τον οποίο ο σύγχρονος άνθρωπος αντιλαμβάνεται το φύλο και τον ερωτισμό του. Το σεξ υπάρχει σε αφθονία και πουλάει, όπως φαίνεται από την κατάχρηση των media. Κι έτσι όπως εντάσσεται στο χώρο της διαφήμισης, της τηλεόρασης και της μαζικής κουλτούρας για να προσελκύσει το καταναλωτικό κοινό, εντάσσεται και στην τέχνη, τον πιο αδυσώπητο καθρέφτη της κοινωνίας.


37. Jeff Koons, Made in Heaven, 1989.
38. Jake & Dinos Chapman, Gogo Fuck Face.

Ανεξαρτήτως φύλου, μέσου και εθνικότητας οι καλλιτέχνες επεξεργάζονται το θέμα του σεξ και φλερτάρουν με τα όρια της πορνογραφίας. Ο Jeff Koons σκανδαλίζει εκθέτοντας δημόσια τις προσωπικές του στιγμές με την πορνοστάρ Cicciolina (εικ. 37), οι αδελφοί Chapman φιλοτεχνούν σειρές ανθρωπόμορφων γλυπτών με φαλλόσχημα φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά (εικ. 38), η Marina Abramović χρησιμοποιεί το γυμνό της σώμα ως πεδίο κριτικής της κοινωνίας και των τεχνών (εικ. 39), ο Oleg Kulik βιάζεται από ένα σκύλο (εικ. 40), το 2002 η υποψήφια για το βραβείο Turner, Fiona Banner εκθέτει το έργο της, Arsewoman in Wonderland, την απομαγνητοφωνημένη καταγραφή του σεναρίου μιας πορνοταινίας (εικ. 41), ενώ την ίδια χρονιά η Andrea Fraser μαγνητοσκοπεί την ερωτική συνεύρεσή της με έναν ιδιωτικό συλλέκτη που πλήρωσε τη συμμετοχή του στην performance 20.000 δολάρια (εικ. 42). Παράλληλα, στα μεγαλύτερα καλλιτεχνικά κέντρα του κόσμου ιδρύονται διαρκώς ερωτικά μουσεία[6] και διοργανώνονται εκθέσεις με θέμα τον ερωτισμό στην τέχνη, όπως η Surrealism: Desire Unbound στο Metropolitan Museum (2002) και η Seduced: Art and Sex from Antiquity to Now της Barbican Art Gallery του Λονδίνου (2008).



39. Marina Abramović, The Quiet in the Land, 2008.


40. Oleg Kulik, π. 1990.


41. Fiona Banner, Arsewoman in Wonderland, 2002.

42. Andrea Fraser, Άτιτλο, 2002.
Σε αυτή τη σύντομη ανασκόπηση του ερωτικού αντικειμένου στην τέχνη αντιμετωπίστηκε αρκετές φορές το δίλημμα τέχνη ή πορνογραφία, ένα ζήτημα που ταλανίζει όλο και περισσότερο τους ιστορικούς της τέχνης με το πέρασμα των χρόνων. Το αποκορύφωμα αυτής της προβληματικής σχέσης ήρθε στα 2006, όταν προβλήθηκε στην Tate Gallery το συλλογικό έργο Destricted, που περιλάμβανε επτά ταινίες μικρού μήκους με θέμα το σεξ, στις οποίες μάλιστα πρωταγωνιστούσαν πορνοστάρ. Όπως δήλωσαν οι επτά δημιουργοί (εκ των οποίων τρεις καλλιτέχνες, ο Matthew Barney, η Marina Abramović και η υποψήφια για το βραβείο Turner του 2002 Sam Taylor Wood), στόχος τους ήταν να προκαλέσουν δημόσια συζήτηση σχετικά με τα όρια της τέχνης και της πορνογραφίας που τόσο δυσδιάκριτα είναι στις μέρες μας. Αντίστοιχο ζήτημα ανέκυψε και με αφορμή την έκθεση της συλλογής του Elton John, όπου συμπεριλήφθηκε η φωτογραφία της Nan Goldin Klara and Edda Belly-Dancing που απεικονίζει δυο κορίτσια να χορεύουν γυμνά μπροστά στο φακό.
Υπάρχει λοιπόν πράγματι αυτή η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στην τέχνη και την πορνογραφία και τι είναι αυτό που προσδιορίζει ένα έργο ως τέχνη και ένα άλλο ως πορνογράφημα;
Ένα σημείο που αξίζει προσοχής έγκειται στο μέσο που θα επιστρατεύσει ο δημιουργός και στο βαθμό ρεαλισμού που θα προσδώσει στο έργο του[7]. Λόγου χάρη η ζωγραφική θεωρείται ανώτερη τέχνη από τη χαρακτική ή τη φωτογραφία και αυτή με τη σειρά της από τον κινηματογράφο. Παράλληλα, μια ασπρόμαυρη φωτογραφία χαρακτηρίζεται συνήθως «καλλιτεχνική», ενώ μια αντίστοιχη έγχρωμη σοκάρει και κρίνεται πορνογραφική. Μήπως τελικά θα έπρεπε να συμφωνήσουμε με τα λόγια της διάσημης πορνοστάρ του 70΄, Gloria Leonard, ότι «η διαφορά ανάμεσα στην ερωτική τέχνη και την πορνογραφία έγκειται στον φωτισμό»; Με άλλα λόγια όσο πιο ρεαλιστική είναι μια απεικόνιση τόσο πιο πορνογραφική γίνεται; Η πορνογραφία συνίσταται στο χρώμα, στην κίνηση, στον ήχο ή στο περιεχόμενο?
Μια απάντηση στο παραπάνω ερώτημα θα ήταν αυτή που επιτάσσει ότι σε αντίθεση με την ερωτική τέχνη η πορνογραφική στερείται αισθητικής αξίας και αποσκοπεί αποκλειστικά και μόνο στην ερωτική διέγερση[8]. Συνήθως καταδικάζεται ως σκουπίδι λόγω του μαζικού και καταναλωτικού χαρακτήρα της, τη στιγμή που ο σκοπός της τέχνης θεωρείται η υποταγή του ταπεινού οπτικού μέσου σε ένα ανώτερο περιεχόμενο. Η Lynda Nead στο βιβλίο της The Female Nude, σημειώνει πως «αν η τέχνη θεωρείται ότι αντιπροσωπεύει την εξιδανίκευση και τη μετατροπή των σεξουαλικών ορμών, τότε η πορνογραφία […] διεγείρει και ωθεί το θεατή στην πράξη»[9].


εικ. 43. Jake & Dinos Chapman, Θάνατος, 2003.

Επομένως μήπως η απάντηση στα παραπάνω ερωτήματα βρίσκεται στις προθέσεις του δημιουργού; Από την εποχή του Duchamp μέχρι σήμερα η διευρυμένη αντίληψη για την τέχνη καθιστά δυνατή την ανάγνωση με καλλιτεχνικούς όρους οποιουδήποτε πράγματος ο δημιουργός αποφασίσει να βαφτίσει ως έργο τέχνης και να εκθέσει δημόσια. Πράγματι, αυτό που καθορίζει ένα έργο τέχνης πια είναι η ένταξή του στον ιερό χώρο ενός μουσείου και ο καθαγιασμός του στο βωμό της τέχνης, όπως προκύπτει από το πρόσφατο παράδειγμα της ταινίας Destricted.
Και πάλι όμως τούτη η ερμηνεία αδυνατεί να απαντήσει ικανοποιητικά στο δίλημμα τέχνη ή πορνογραφία καθώς αμελεί έναν αποφασιστικό παράγοντα, το κοινό, που πολλές φορές αγνοεί ή και αδιαφορεί για τις προθέσεις του εκάστοτε καλλιτέχνη ή μουσείου. Η ένταξη λοιπόν ενός έργου στη μια ή στην άλλη κατηγορία βρίσκεται σε άμεση συνάρτηση με τον ορίζοντα υποδοχής και τις δυνατότητες πρόσληψης κάθε εποχής. Όπως επισήμανε η Nead «το νόημα του ερωτισμού και της αισχρότητας, του αισθησιασμού και της σεξουαλικότητας, της τέχνης και της πορνογραφίας αλλάζει από εποχή σε εποχή και τα όριά τους, διαμορφώνονται από τους θεσμούς της κοινωνίας»[10]. Άλλωστε, ο ίδιος ο όρος πορνογραφία χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά με τη σημερινή έννοια στα 1864 με σκοπό να περιγράψει την «ακόλαστη ζωγραφική που χρησιμοποιείται στη διακόσμηση τοίχων δωματίων προορισμένων για βακχικά όργια, παραδείγματα των οποίων υπάρχουν στην Πομπηία»[11]. Σταδιακά, από τους λεπτούς υπαινιγμούς του παρελθόντος, η ανοχή της κοινωνίας επέτρεψε την απεικόνιση του γυμνού ανθρώπινου σώματος, της ερωτικής πράξης, για να καταλήξει στις εικόνες σκληρού πορνό του αιώνα μας. Έτσι η Οδαλίσκη του Ingres ή η Ολυμπία του Manet που στην εποχή της θεωρήθηκε πορνογραφική δεν προκαλεί σχεδόν την παραμικρή ένταση στο σύγχρονο θεατή. Σε μια κοινωνία που με την τηλεόραση και το διαδίκτυο έχει καθημερινή, δωρεάν και ανεπαχθή πρόσβαση στο σεξ, είτε άμεσα είτε έμμεσα (μπροστά από την οθόνη), η προβολή του σεξ στην τέχνη τείνει να καταλήξει σε μια αδιάφορη κοινοτυπία, ένα παρωχημένο στερεότυπο. Όπως επισήμανε μάλιστα και ο Jean Baudrillard, στο δοκίμιό του με τίτλο Seduction, ήταν αυτή «η ιλιγγιώδης διάχυση του ερωτισμού που οδήγησε στην ακύρωσή του».
Μήπως όμως αυτό το ροκάνισμα της απόστασης ανάμεσα στην ερωτική τέχνη και την πορνογραφική δεν συμφέρει το σύγχρονο καλλιτέχνη; Αν γυρίσουμε πίσω θα δούμε πως η ερωτική τέχνη ήταν σχεδόν πάντα συνυφασμένη με το σκάνδαλο και την συνεπαγόμενη λογοκρισία, πράγμα που όπως αποδείχτηκε εκ των υστέρων δεν ήταν αναγκαστικά αρνητικό. Το είχε αντιληφθεί ήδη ο Salvador Dali όταν δήλωνε πως «ευτυχής είναι αυτός που προκαλεί σκάνδαλο». Οι σύγχρονοι καλλιτέχνες μοιάζουν εξίσου διαβασμένοι. Γνωρίζουν πως με μαθηματική ακρίβεια η εξίσωση τέχνη + πρόκληση οδηγεί διαδοχικά στη συζήτηση και τη δημοσιότητα, που με τη σειρά της επιφέρει το χρήμα και την καταξίωση, συχνά ανεξάρτητα από την ποιότητα των πρώτων υλών, από την καλλιτεχνική αξία δηλαδή του προϊόντος. Ακόμα και η αρνητική δημοσιότητα είναι δημοσιότητα ή για να μνημονεύσουμε τον Oscar Wilde «μόνο ένα πράγμα είναι χειρότερο από το να σε συζητούν · το να μη σε συζητούν».
Πολλές φορές λοιπόν η παρουσίαση ενός θέματος «ταμπού» στην τέχνη δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια εκβιασμένη πρόκληση για δυσφήμηση, λογοκρισία και συζήτηση που στοχεύει στην αύξηση των εσόδων του δημιουργού. Αυτό το κίνητρο άλλωστε οδήγησε πολλούς από τους σύγχρονους καλλιτέχνες να στραφούν αποκλειστικά σχεδόν στην ωμή και ρεαλιστική απεικόνιση του σεξ, όπως ο Jeff Koons, του οποίου τα Ασημένια Παπούτσια (εικ. 44) δημοπρατήθηκαν από τον οίκο Christie’s έναντι 937.000 δολαρίων, τοποθετώντας τον στο πάνθεο των πιο ακριβοπληρωμένων καλλιτεχνών του αιώνα. Γίνεται αντιληπτό συνεπώς ότι σε αντίθεση με το παρελθόν τα προκλητικά έργα πωλούνται ευκολότερα και ακριβότερα, ανταποκρινόμενα στις ανάγκες μιας νέας γενιάς συλλεκτών που επιθυμεί να «ξεπεράσει τα όρια»[12], ενώ σταδιακά αρχίζουν να έχουν θέση σε πινακοθήκες και μουσεία (και όχι μόνο στα θεματικά ερωτικά μουσεία).
44. Jeff Koons, Ασημένια Παπούτσια.


Σε κάθε περίπτωση, όπου και αν αποσκοπούν, οι σύγχρονοι μοιάζουν να βρίσκουν στον ερωτισμό το μέσο της καλλιτεχνικής, οικονομικής και κοινωνικής ανόδου και καταξίωσής τους. Το επιβεβαίωσε και ο ίδιος ο Balthus που όταν ερωτήθηκε για το λόγο που τον οδήγησε να ζωγραφίσει ένα τόσο τολμηρό έργο όπως το Μάθημα Κιθάρας (εικ. 45), απάντησε με αφοπλιστική ειλικρίνεια: «Ζωγράφισα το Μάθημα Κιθάρας για να προκαλέσω σκάνδαλο. Ήταν το μόνο μέσο για να κεντρίσω την προσοχή».
45. Balthus, Μάθημα Κιθάρας, 1934.

Έχουν όμως όλα τα προκλητικά έργα καλλιτεχνική αξία ή αποτελούν απλώς προσπάθειες χειραγώγησης της κοινής γνώμης και διαφημιστικά τρικ; Έχουν όλα τα ερωτικά έργα το υπόβαθρο της Ολυμπίας που θα τα καταστήσει κλασικά ή θα περιοριστούν σε 15 λεπτά δημοσιότητας; Η ιστορία της τέχνης έχει διδάξει πως αυτό που μένει στο τέλος είναι το αριστούργημα και το σκάνδαλο, επομένως όποιος δεν είναι σε θέση να φιλοτεχνήσει το πρώτο καταφεύγει μοιραία στο δεύτερο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η πρόσφατη συμμετοχή του Θανάση Τότσικα στην αθηναϊκή έκθεση Outlook που υπέστη την καταστροφική μανία μιας επισκέπτριας προσβεβλημένης από τις περιπτύξεις του δημιουργού με ένα καρπούζι. Πράγματι, ο καλλιτέχνης κέρδισε τη θέση του στα δελτία ειδήσεων και στις στήλες των εφημερίδων, γρήγορα όμως ξεχάστηκε και αντικαταστάθηκε από άλλα θέματα της επικαιρότητας. Φαίνεται λοιπόν πως αρκετά συχνά ο καλλιτέχνης αισθάνεται ότι με το να παρουσιάσει κάτι βέβηλο και προκλητικό, θα κεντρίσει αυτομάτως την προσοχή του θεατή. Δεν είναι όμως κάθε προκλητική μορφή τέχνης και ενδιαφέρουσα. Ο λόγος που απομακρύνει το κοινό δεν είναι το τολμηρό θέμα, αλλά η αποτυχία του δημιουργού, πολύ περισσότερο σε μια κοινωνία σαν τη σημερινή που ελάχιστα πράγματα μπορούν πια να τη σοκάρουν.


Μαργαρίτα Βουλγαροπούλου
Υποψήφια Διδάκτορας Ιστορίας της Τέχνης

Βιβλιογραφία:
Jean Baudrillard, Seduction, Editions Galilée 1979.
Francis Carr, European erotic art, Luxor Press, 1972.

Κelly Dennis, Art/Porn. A History of Seeing and Touching, (υπό έκδοση, 2009).
Thomas B. Hess, Linda Nochlin,( eds),
Woman as sex object : studies in erotic art, 1730-1970, Allen Lane, 1973.
Volker Kahmen,
Eroticism in contemporary art, Studio Vista, 1972.
Claudia La Rocco "
Art that excites: despite controversy and censorship, today's artists continue to explore erotic themes in their work - Erotic Art". Art Business News. Νοέμ. 2002.
Edward Lucie-Smith,
Sexuality in Western art, Thames and Hudson, 1991 και μτφρ. Ο ερωτισμός στην τέχνη, Υποδομή, 1985.
Alyce Mahon, Eroticism and Art, Oxford University Press, 2005.
Helen McDonald,
Erotic ambiguities : the female nude in art, Routledge, 2001.
Lynda Nead, The female nude. Art, obscenity and sexuality, Routledge, 1992.
Gilles Neret,
Erotica : 20th century : from Dali to Crumb, Taschen, 2001.
John E. Semonche, Censoring Sex: A Historical Journey Through American Media, Rowman & Littlefield, 2007.
Joseph Slade, Pornography and sexual representation, Greenwood Press, 2001.
Peter Webb,
The erotic arts, Secker & Warburg, 1983.
“Art & Scandales. Dossier special”, Beaux Arts, Août 2008, 52-109.
“Shock Art: How far is too far?”, ARTnews, summer 2008, 144-149.
http://www.destricted.org/

[1] Adolf Loos, Ornament and Crime, 1908.
[2] Η κριτική εντοπιζόταν κυρίως εναντίον των γυναικών που ως απόγονοι της Εύας χρεώνονταν το προπατορικό αμάρτημα και την ηθική κατάπτωση της ανθρωπότητας, ενώ τα γεννητικά όργανα θεωρούνταν άσχημα και ντροπιαστικά (ας σκεφτούμε άλλωστε την ετυμολογία της λέξης αιδοίο).
[3] Τα χαρακτικά βασίστηκαν σε χαμένους σήμερα ζωγραφικούς πίνακες του Giulio Romano, ο οποίος παραδόξως δεν κατηγορήθηκε καθώς δεν προέβη σε δημόσια έκθεση των έργων του.
Τους Modi αναπαρήγαγε στα 1550 και ο Agostino Carracci σε μια μεγάλη σειρά χαρακτικών, την πληρέστερη που σώθηκε μέχρι σήμερα.
[4] Μάλιστα στην αυτοβιογραφία της η ίδια η αγία περιγράφει με μεγάλη δραματικότητα τον τρόπο που τη «διαπέρασε το βέλος του αγγέλου» (φαλλικό σύμβολο κατά τον Freud) που με τη σειρά του ο γλύπτης απεικονίζει να κατευθύνεται φανερά χαμηλότερα από το στήθος της, δίνοντας συγχρόνως στον άγγελο τα χαρακτηριστικά σατύρου.
[5] Αναφέρονται ενδεικτικά οι Leonor Fini, Gertrude Hermes, Clara Tice και Gerda Wegener. Μάλιστα ο σύζυγος της τελευταίας, επίσης καλλιτέχνης, υπήρξε μια από τις πρώτες περιπτώσεις ανδρών που υποβλήθηκαν σε εγχείρηση αλλαγής φύλου και απασχόλησε τα μέσα ενημέρωσης ως Lili Elbe.
[6] Erotic Art Museum, Αμβούργο, 1992. Museo de la Erotica, Βαρκελώνη, 1996. Museum of Porn in Art, Ζυρίχη, 1996. Erotic Museum, Βερολίνο, 1996. Musée de l'Érotisme, Παρίσι, 1998. Museum of Sex, Νέα Υόρκη, 2002.
[7] Ο έντονος ρεαλισμός ήταν εξάλλου αυτός που προκάλεσε τη συζήτηση στο Salon του 1863 γύρω από το Πρόγευμα στη Χλόη του Manet.
[8] Πορνογραφία : περιγραφή, αναπαράσταση, με λόγο ή / και με εικόνα, σεξουαλικών πράξεων, με μονόπλευρο και υπερβολικό τονισμό των γενετήσιων στοιχείων και με υποβάθμιση (ή και αποκλεισμό) των ψυχικών, συναισθηματικών και συντροφικών πλευρών της σεξουαλικότητα. Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής, 1998.
[9] Lynda Nead, The female nude. Art, obscenity and sexuality, Routledge, 1992.
[10]Lynda Nead, The female nude. Art, obscenity and sexuality, Routledge, 1992, 294.
[11] Webster’s Dictionary, 1864. Μέχρι τη Βικτωριανή περίοδο (1860-70) η λέξη προσδιόριζε τη λογοτεχνία που περιέγραφε τη ζωή των ιερόδουλων.
[12] Claudia La Rocco "Art that excites: despite controversy and censorship, today's artists continue to explore erotic themes in their work - Erotic Art". Art Business News. Νοέμ. 2002 , 2.

Δεν υπάρχουν σχόλια: